Ναυάγιο ύστερης αρχαιότητας
Τηλέγραφος
Ο Ενάλιος Αρχαιολογικός Χώρος (ΕΕΑΧ) Τηλέγραφου βρίσκεται περίπου έξι (6) ναυτικά μίλια νότια από την Αμαλιάπολη, σε μια θαλάσσια περιοχή στο ανατολικό άκρο του όρμου «Τηλέγραφος», κοντά στη Σούρπη Μαγνησίας.
Στο σημείο αυτό έχουν βρεθεί κυρίως αρχαία αντικείμενα που προέρχονται από το φορτίο ενός ναυαγίου του 4ου αιώνα μ.Χ. Το πλοίο αυτό μετέφερε εμπορεύματα, κυρίως αμφορείς – μεγάλα πήλινα δοχεία που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά κρασιού, λαδιού ή άλλων προϊόντων. Εκτός από αυτά, στην ίδια περιοχή έχουν εντοπιστεί και λίγοι βυζαντινοί αμφορείς που χρονολογούνται στον 11ο με 12ο αιώνα μ.Χ., καθώς και μια σύγχρονη βάρκα.
Ανασκαφή στον βυθό: Το ναυάγιο 7 και τα μυστικά της ύστερης αρχαιότητας
Το ναυάγιο 7, όπως συμβατικά ονομάστηκε, εντοπίστηκε στο ανατολικό άκρο του Όρμου «Τηλέγραφος» το έτος 2000, κατά τον πρώτο χρόνο της υποβρύχιας αναγνωριστικής έρευνας του Ινστιτούτου Ενάλιων Αρχαιολογικών Ερευνών (Ι.ΕΝ.Α.Ε.). Θεωρήθηκε ως το πλέον σημαντικό αυτοτελές εύρημα της έρευνας εκείνης, καθώς εκ πρώτης όψεως φαινόταν ασύλητο και ανήκε σε μία χρονική περίοδο (4ο αι. μ.Χ.) για την οποία δεν είχαν γίνει ως τότε στην Ελλάδα συστηματικές υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες.
Το 2003 πραγματοποιήθηκε η αποτύπωσή του, οπότε διαπιστώθηκε ότι είχε μεσολαβήσει, δυστυχώς, εκτεταμένη σύληση. Ωστόσο, η ανασκαφή του ναυαγίου που ξεκίνησε το 2004 και ολοκληρώθηκε το 2008, συνεισέφερε σημαντικά στοιχεία για το εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα της ύστερης αρχαιότητας, μιας μεταβατικής ιστορικής περιόδου, κατά την οποία η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μεταφέρεται στην Κωνσταντινούπολη, η αυτοκρατορία διαιρείται σε δύο τμήματα (ανατολικό – δυτικό) και ξεκινάει η μετεξέλιξη του ανατολικού της τμήματος στο βυζαντινό κράτος.
Για τις ανάγκες της έρευνας του ναυαγίου 7, εγκαταστάθηκε στον πυθμένα αρχαιολογικός κάναβος διαστάσεων 45 Χ 9 μ, περίπου, ενώ για την ανασκαφή των τομέων χρησιμοποιήθηκε σύστημα αναρρόφησης (airlift).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ναυάγιο 7 ήταν το δεύτερο ναυάγιο αυτής της περιόδου που ανασκάφθηκε μετά το Yassi Ada 1, στη μικρασιατική ακτή, ενώ αποτελεί μία από τις λίγες συστηματικές ενάλιες ανασκαφικές έρευνες στην Ελλάδα.
Πιο ρηχά από το ναυάγιο 7 η έρευνα εντόπισε, επίσης, μια μικρή συγκέντρωση βυζαντινών αμφορέων που χρονολογούνται στον 11ο – 12ο αι. μ.Χ. και αποδίδονται σε μεταγενέστερο ναυάγιο που ονομάστηκε συμβατικά «ναυάγιο 8».

Aπό την ανασκαφή του ΙΕΝΑΕ, 2008
Το πλοίο
Το ναυάγιο εντοπίζεται πολύ κοντά στη βραχώδη ακτή, στο πρανές που συνεχίζεται υποβρυχίως σχηματίζοντας διαδοχικούς αναβαθμούς με βραχώδη εξάρματα, σχηματισμούς τραγάνας και εκτεταμένους αμμοθύλακες.
Τα ευρήματα (κυρίως εμπορικοί αμφορείς) εκτείνονται σε βάθος από -17 έως -23 μέτρα και απλώνονται σε μια αρκετά μεγάλη έκταση (10×50 μέτρα, περίπου), σχηματίζοντας δύο κύριες συγκεντρώσεις μία στο ανατολικό και μία στο δυτικό άκρο της περιοχής.
Ο αριθμός και ο όγκος των αμφορέων οδηγεί στην εκτίμηση ότι πρόκειται για σχετικά μικρό εμπορικό πλοίο, μεταφορικής ικανότητας περίπου 50 τόνων.
Η μελέτη των αμφορέων, σε συνάρτηση με τις γνώσεις μας για τα παραγωγικά κέντρα της εποχής, παρέχουν κάποιες βάσιμες ενδείξεις για το ταξίδι του πλοίου, το οποίο αφού φόρτωσε αμφορείς με οίνο σε κάποιο από τα κεντρικά λιμάνια διακίνησης αγαθών (ίσως την Κόρινθο), εισέπλευσε στον Παγασητικό κόλπο για να τους εμπορευθεί.
Η διασπορά των αμφορέων στον πυθμένα, αλλά και η απουσία υπολειμμάτων του ίδιου του σκάφους ή της εξάρτυσής του (ένα νύχι μεταλλικής άγκυρας μάλλον δε φαίνεται να ανήκει σε αυτό), πιθανόν υποδεικνύουν ανατροπή του πλοίου από θαλασσοταραχή, το οποίο «απαλλαγμένο», πλέον, από το φορτίο του παρασύρθηκε και βυθίστηκε κάπου μακριά.
Το φορτίο
Κατά την έρευνα του ναυαγίου εντοπίστηκαν οκτώ διαφορετικοί τύποι εμπορικών αμφορέων, χρονολογούμενοι όλοι στον 4ο αιώνα. Από αυτούς οι περισσότεροι ανήκουν σε τρεις τύπους που φαίνεται ότι αποτελούσαν το κύριο φορτίο του πλοίου. Οι αμφορείς αυτοί έφεραν ίχνη πισσώματος στο εσωτερικό, ισχυρή ένδειξη ότι προορίζονταν για μεταφορά υγρού και ιδιαίτερα οίνου.
Αμφορείς που αντιπροσωπεύονται από ελάχιστα ή μεμονωμένα δείγματα πιθανώς ανήκαν στο συμπληρωματικό φορτίο του πλοίου ή σε σκεύη του πληρώματος. Η μελέτη των αμφορέων υποδεικνύει ως τόπους προέλευσης – παραγωγής εργαστήρια από τη Βόρεια Πελοπόννησο και το Ανατολικό Αιγαίο, ενώ ένα μοναδικό δείγμα (τύπος 5) προέρχεται από την Παλαιστίνη.
Οι αμφορείς που κατατάσσονται στον “Τύπο 1” του ναυαγίου δεν έχουν ταυτιστεί μέχρι τώρα με κάποιο ακριβές παράλληλο στη βιβλιογραφία. Παρουσιάζουν, όμως, τα βασικά χαρακτηριστικά της εποχής: χαμηλό κυλινδρικό λαιμό, ωοειδές σώμα με παράλληλες οριζόντιες αυλακώσεις, βάση με χαμηλό πόδιο. Στο ναυάγιο εντοπίστηκαν 8 τέτοιοι αμφορείς.
Βιβλιογραφία & πρόσθετες πληροφορίες
- Σπονδύλης Η., Δεμέστιχα Σ. 2008: Αναγνωριστική έρευνα Ι.ΕΝ.Α.Ε. Δυτικών Ακτών Νότιου Παγασητικού, Έτους 2003, ΕΝΑΛΙΑ VΙΙI, σ.11-27.
- Σπονδύλης Η. 2012: Υποβρύχια έρευνα Ι.ΕΝ.Α.Ε. στον Παγασητικό Κόλπο. Ερευνητική περίοδος 2005, ΕΝΑΛΙΑ ΧΙΙ, σ.31-35.
- Δεμέστιχα, Σ. 2006: «Το φορτίο του Ναυαγίου 7 στον Παγασητικό κόλπο. Πρώτη ερμηνευτική προσέγγιση», Πρακτικά της Επιστημονικής Συνάντησης για την Κεραμική της Υστερης Αρχαιότητας στον ελλαδικό χώρο, 3ος-7ος αι. μ.Χ., Θεσσαλονίκη, 12 -16 Νοεμβρίου 2006
- Demesticha – Spondylis 2011: “Late Roman and Byzantine trade in the Aegean”, SKYLLIS, p.34
Καλώς ήρθες στον βυθό του Τηλέγραφου!
Εδώ θα βρεις σημαντικές πληροφορίες για την κατάδυσή σου στο αρχαίο ναυάγιο!
























